Τρίτη 11 Ιουνίου 2013

მიკრონი • (mikroni) =micron=μικρόν

მიკრონი • (mikroni) =micron=μικρόν

WIKTIONARY: Etymology

New Latin, from Ancient Greek μικρόν, neuter of μικρός (“small”).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου