ფსევდონიმი • (p'sevdonimi)=pseudonym=ψευδώνυμο
WIKTIONARY: Etymology
From pseudonymous, from French pseudonyme (“having a false name”), from Ancient Greek ψευδώνυμος (pseudōnumos), from ψευδής (pseudēs, “false”) and ὄνυμα (onuma), from ὄνομα (onoma, “name”).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου