Τετάρτη 29 Μαΐου 2013

სინაგოგა• (sinagoga)=synagogue=συναγωγή

სინაგოგა• (sinagoga)=synagogue=συναγωγή

WIKTIONARY: Etymology

Old French synagoge, from Ancient Greek συναγωγή (sunagōgē, “assembly, gathering”), from συνάγω (sunagō, “I gather together”), from σύν (sun, “with, together”) + ἄγω (agō, “I lead”)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου