Τετάρτη 29 Μαΐου 2013

სინონიმური (sinonimuri) =synonymous=συνώνυμος

სინონიმური (sinonimuri) =synonymous=συνώνυμος
 
WIKTIONARY: Etymology

From Middle English sinonyme, from Latin synōnymum, from Ancient Greek συνώνυμον (sunōnumon), neuter singular form of συνώνυμος (sunōnumos, “synonymous”), from σύν (“with”) + ὄνομα (“name”).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου